30.5.10

Πρώιμα

[Μπορώ να μυρίσω σχεδόν τα φρούτα του καλοκαιριού/ τα κορίτσια με τα άφτερ σαν/ που ταυτίζονται απόλυτα/ παρανοϊκά/ με τα βοϊδίσια βλέμματα των αγοριών/ που πίνουν μπύρες και τρώνε σουβλάκια/ ενώ σπρώχνουν όλα τα αληθινά υπονούμενα κάτω απ' το τραπέζι/ θέλω να φάμε 832 βερίκοκα κι έπειτα ίσως πιούμε ένα ποτήρι γάλα/ ή δυο/ μαζί/ Oh, Jamelia/ δεν με ηδονίζουν πολλά πράγματα περισσότερο από το άνοιγμα ενός βερίκοκου/ η ντροπή που νιώθω συνθλίβεται σε ανύποπτο χρόνο με το σπάσιμο των κουκουτσιών/ και κάθε φορά σα να' ναι πρώτη/ η πηγαία χαρά και η εκπλήρωση/ των υπερκόσμιων ευσεβών πόθων/ θεωρώ σχεδόν απομακρυσμένη την πιθανότητα να αντέξω οποιαδήποτε ταινία/ θέλω να είμαι συνεχώς έξω/ όταν είμαι μέσα έχω μια αόριστη εντύπωση προοδευτικής τύφλωσης/ κι ότι χάνω τα πιο σπουδαία χρώματα/ and so on/ δεν έχει να κάνει με τις υπερπαραγωγές της φύσης/ αλλά με κάτι άλλο/ πιο προσωπικό και πιο πεζό/ ίσως/ και κάπως αδιάφορο τελικά/ το οποίο αδυνατώ να εκφράσω με λέξεις/ το αξεπέραστο προσωπικό καθολικό]

A certain boy