*δεν έχω καθόλου έμπνευση σήμερα συν το ότι δεν βρίσκω και καλές ταινίες διις ντέις. σαν να τις παρέσυρε όλες κάποια τεράστια παλύρροια - που έχει καταπιεί παρεπιμπτόντως και ολόκληρο το λεκανοπέδιο. τα χρώματα έξω είναι τόσο σκληρά, κάτω από αυτό το φως τα αντικείμενα και οι άνθρωποι φαίνονται όλα αιχμηρά και απειλητικά. και πιο πολύ οι σκιές που ρίχνουν στην καιόμενη άσφαλτο. σκέφτομαι με νοσταλγία την γλυκιά κούραση που είχαν τα παιδικά και εφηβικά καλοκαίρια και θέλω να ουρλιάξω από κακία. εκείνα τα χρόνια ήταν σαν όλα να έσταζαν μέλι. κάπως έτσι. και ήταν κάπως μπλαζέ. ροκ'ν'ρολ δεν έπαψαν να είναι ποτέ όμως. θυμάμαι ένα παλιό ράδιο της μάνας μου και κάποιες παλιές κασσέτες γυμναστικής που τις έπαιζα όλο το καλοκαίρι -τσαρούχι...κάτω...τσαρούχι...κάτω και πάμε...- every step you take. και μετά τα βράδια καθόμουνα στη τζαμαρία. άκουγα ένα τοπικό ραδιοσταθμό που λεγόταν τοπ εφ εμ - μωρά στη φωτιά- ή διάβαζα μυθιστορήματα με τίτλους όπως ένα παιδί μετράει τ'άστρα -Λουντέμης, Το ημερολόγιον του βίου μου -Σάββας Τσερκεζής και Ερωτόκριτος -Βιντσέντζος Κορνάρος. δεν έχω καμμιά ανάμνηση από τις δραστηριότητες των υπολοιπων μελών της οικογένειας. me, myself and irene. ευχόμουν πράγματα ανέλπιδα και ήλπιζα σε κάποια αόρατη πίστη. που με ήθελε να περπατήσω όλο τον κόσμο με τα μάτια. σε μιας εποχής περίπατο.
αλλά πάντα όταν γύρναγα σπίτι ήταν καλοκαίρι.
αλλά πάντα όταν γύρναγα σπίτι ήταν καλοκαίρι.