Σαββατόβραδο/ στις τρεις το πρωί/ πολύ νωρίς ή πολύ αργά για να κάνεις κάτι/ η συνοδεία θα μας εγκατέλειπε μετά από αυτή τη διαπίστωση/ η Χρυσούλα διασκέδαζε την στενοχώρια της για τους Neubauten/ που δεν πήγαμε / στη θαλπωρή της βότκα καραμέλα/ παρακολουθούσα τον ψηλό να διηγείται με πάθος τα της συναυλίας/ οι φιλενάδες του τον παρακολουθούσαν εκστασιασμένες να κουνάει νευρικά τα χέρια πέρα δώθε/ υπερκινητικός ενθουσιώδης εντυπωσιακός/ περίπου σα γυμνός/ η Χρύσα πλησίασε για να μεταφέρει ότι παίξανε με σιδηρολοστούς/ με ό, τι θες παίξανε/ κι ότι γινόταν περίπου της πουτάνας από κόσμο/ δηλαδή πάλι καλά που τη γλύτωσα/ την ίδια ώρα κατέληγα στο ασφαλές συμπέρασμα ότι παίζει να είναι το μοναδικό άτομο στον κόσμο που μπορεί να υποστηρίξει αυτό το χρώμα τόσο ολικά/ το κονιάκ/ χωρίς να παραπέμπει σε girl scout/ ήθελα να της πω ότι θυμίζει αλεπουδάκι και κουκουβάγια ταυτόχρονα/ λίγο μετά ξεπρόβαλε απ' το πουθενά ο βασιλιάς των νάνων/ άσος στο μανίκι/ ττου λέιτ δυστυχώς/ η πλήξη έθετε ήδη πολλαπλά βέτο/ στις επιθυμίες και στο χρόνο.
Melancholia, mon cher.
Melancholia, mon cher.