17.2.10

Τοσίρο Μιφούνε φορέβα


Εαν, ω μη γένοιτο, μείνω μια μέρα ακόμα κρεβατωμένος φοβάμαι ότι θα μετατραπώ σε απολίθωμα. Η σημερινή είναι η πέμπτη μέρα κι έχω φαγωθεί να βγώ έξω. Κυρίως επειδή κάποιος μου είπε ότι ήρθε η Άνοιξη. Πέρασα την τελευταία βδομάδα χαπακωμένος, δεν κατόρθωσα ούτε μια ταινία σωστή, όλο κάτι μισές εδώ κι εκεί . Στα διαλείμματα που έκανα από τις μεγάλες σιωπές του ανήσυχου ύπνου, κοίταγα παρατεταμένα το ταβάνι ή άλλα αντικείμενα: ένα κουβάρι γαλάζιο μαλλί με χαμένη άκρη, το πλαστικό σακούλι του φαρμακείου και τις φυσαλίδες στο ποτήρι του νερού. Όπου ακούμπαγα πόναγα, σα να μ' είχανε τουμπανιάσει στο ξύλο. Για πολλά ντρόγκια. Για τρεις μέρες δεν μίλησα καθόλου, ούτε καν στον εαυτό μου. Ούτε στον ύπνο μου. Ούτε. Ούτε. Τελικά σήμερα κατάφερα να φάω ένα μήλο και να δω μια ταινία. Πιστεύω πως είμαι σε καλό δρόμο. Η ταινία της ανάρρωσης ήταν το Mifunes sidste sang (1999) του Søren Kragh-Jacobsen, η οποία υπόκειται στους νόμους του Dogme 95 (my ass), γι' αυτό και σε πολλά σημεία (ειδικά σε ότι αφορά στην φωτογραφία) θυμίζει το ενοχλητικότατο Idioterne (1998) καθώς και το Festen (1998). Φυσικά δεν πιάνει τα επίπεδα του Festen, τούτος εδώ ο Γιάκομπσεν είναι κάπως παλαβωμένος με τους έρωτες και τα εγκαταλελειμμένα παιδιά. Αρκετά ώστε να κάνει σοβαρές ταινίες ανάρρωσης για ζαβλακωμένους μπλόγκερς.
Πάντως το μήλο μου το έφαγα.