Όποτε σκέφτομαι τις ταινίες του Καουρισμάκι νιώθω σαν να επιπλέω στο πέλαγος της νοσταλγίας. Πολύ μελό για τα γούστα μερικών, αλλά είναι μια προσωπική αλήθεια/ αδυναμία/ ιστορία. Στο μυαλό επιστρέφουν σχολαστικά το βαλιτσάκι της ξενιτιάς, αυτό που κράταγε ο παππούς με δυο σώβρακα και δυο πουκάμισα όταν έφτασε μετανάστης στο Λονδίνο, οι παιδικές φωτογραφίες της μάνας μου, οι προπολεμικές - γιατί οι μεταπολεμικές είναι συννεφιασμένες και κάπου χάνουν και φυσικά οι βεντούζες της γιαγιάς. Βρίσκονταν πάντοτε στο συρτάρι του κομοδίνου, κάτω από διπλωμένα μαντήλια που κανείς δεν χρησιμοποιούσε. Εκεί ήθελα πάντα να πειράζω, τα μαντήλια αλλοτινών εποχών που δεν ήτανε δικά μου και που κανείς δεν φαινόταν να χρειάζεται πια. Υπήρχε κάτι μαγικό σ' εκείνη την ενασχόληση, που δεν κατάφερα τελικώς να αιχμαλωτίσω (πέρα από ένα φευγαλέο αίσθημα συγκίνησης, που εκπίπτει μάλλον απ' το ορίτζιναλ).
Το 2003 ήμουνα 19 χρονών. Η Κλαυθμώνος ήταν άδεια και κρύα. Στο Άστυ προβαλλόταν η ταινία "Ο άνθρωπος χωρίς παρελθόν". Σκηνοθέτης ήταν κάποιος Φινλανδός, με αστείο όνομα που δεν μου θύμιζε κάτι. Δεν γνώριζα τίποτε γι' αυτόν κι ούτε θυμόμουνα να είχαμε συζητήσει γι' αυτόν στο μάθημα της ιστορίας του κινηματογράφου. Φύσαγε όμως δυνατά και χρειαζόμουνα, άμεσα, κοντινό καταφύγιο. Ευτυχώς λειτούργησε το ένστικτο και σβέλτα κινήθηκα προς το Άστυ.
Το 2003 ήμουνα 19 χρονών. Η Κλαυθμώνος ήταν άδεια και κρύα. Στο Άστυ προβαλλόταν η ταινία "Ο άνθρωπος χωρίς παρελθόν". Σκηνοθέτης ήταν κάποιος Φινλανδός, με αστείο όνομα που δεν μου θύμιζε κάτι. Δεν γνώριζα τίποτε γι' αυτόν κι ούτε θυμόμουνα να είχαμε συζητήσει γι' αυτόν στο μάθημα της ιστορίας του κινηματογράφου. Φύσαγε όμως δυνατά και χρειαζόμουνα, άμεσα, κοντινό καταφύγιο. Ευτυχώς λειτούργησε το ένστικτο και σβέλτα κινήθηκα προς το Άστυ.
O Aki Olavi Kaurismäki γεννήθηκε στις 4 Απριλίου 1957 στην πόλη Orimattila στη νότια Φινλανδία. Λόγω της δουλειάς του πατέρα του - ήταν πωλητής - πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε συνεχείς μετακινήσεις στο εσωτερικό της χώρας. Περί τα τέλη της δεκαετίας του 70' - και αφού είχε καταφέρει να απορριφθεί από την Φινλανδική σχολή κινηματογράφου εξαιτίας του άκρατου κυνισμού που τον διέκρινε - ξεκίνησε να ασχολείται με διάφορες δουλειές του ποδαριού, οι οποίες του εξασφάλιζαν την επιβίωση. Μέσα σ' αυτό τον κύκλο, των ταπεινών και καταφρονεμένων, των εργατών και των περιθωριακών, των περήφανων και μεγαλόψυχων, των βιοπαλαιστών, των απλών κι όχι απλοϊκών, κατάφερε να βρει τον δρόμο του.
Στις αρχές της δεκαετίας του 80' και με τη βοήθεια του μεγαλύτερου αδερφού του, Mika Kaurismäki, ο οποίος είχε μόλις επανέλθει από τις σπουδές του στη Γερμανία, επιστρέφει στην τέχνη. Το 1981 τον συναντάμε βοηθό σεναριογράφου στην ταινία του Mika "Valehtelija" - The Liar, όπου πρωταγωνιστεί ως νεαρός Ville Alfa. Την ίδια χρονιά τα δυο αδέλφια σκηνοθετούν από κοινού το μουσικό ντοκυμαντέρ "Saimaa-ilmiö" - The Saimaa Gesture, ένα αφιέρωμα στην ροκ σκηνή της Φινλανδίας, ενώ το 1982 ο Aki βοηθάει τον αδερφό του τόσο στο "Jackpot 2" όσο και στο εξαιρετικό "Arvottomat" - The Worthless, όπου και πάλι εμφανίζεται ως Ville Alfa. Παράλληλα με τις καλλιτεχνικές τους δραστηριότητες, τα δυο αδέρφια ιδρύουν το 1980 την δική τους εταιρεία παραγωγής, "Villealfa Filmproduction Oy" [εμπνευσμένο από το "Alphaville, une étrange aventure de Lemmy Caution" (1965)] αποτίοντας έτσι, φόρο τιμής, στον αγαπημένο τους σκηνοθέτη Jean-Luc Godard. Από τότε κι έπειτα οι δρόμοι των αδερφών Καουρισμάκι χώρισαν, αφού επέλεξαν τη λύση της προσωπικής καρριέρας. Ακολούθησαν τελείως διαφορετικές πορείες και είμαι πολύ ευχαριστημένος γι'αυτό. Τουλάχιστον δε χάθηκαν ο ένας μέσα στον άλλο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 80' και με τη βοήθεια του μεγαλύτερου αδερφού του, Mika Kaurismäki, ο οποίος είχε μόλις επανέλθει από τις σπουδές του στη Γερμανία, επιστρέφει στην τέχνη. Το 1981 τον συναντάμε βοηθό σεναριογράφου στην ταινία του Mika "Valehtelija" - The Liar, όπου πρωταγωνιστεί ως νεαρός Ville Alfa. Την ίδια χρονιά τα δυο αδέλφια σκηνοθετούν από κοινού το μουσικό ντοκυμαντέρ "Saimaa-ilmiö" - The Saimaa Gesture, ένα αφιέρωμα στην ροκ σκηνή της Φινλανδίας, ενώ το 1982 ο Aki βοηθάει τον αδερφό του τόσο στο "Jackpot 2" όσο και στο εξαιρετικό "Arvottomat" - The Worthless, όπου και πάλι εμφανίζεται ως Ville Alfa. Παράλληλα με τις καλλιτεχνικές τους δραστηριότητες, τα δυο αδέρφια ιδρύουν το 1980 την δική τους εταιρεία παραγωγής, "Villealfa Filmproduction Oy" [εμπνευσμένο από το "Alphaville, une étrange aventure de Lemmy Caution" (1965)] αποτίοντας έτσι, φόρο τιμής, στον αγαπημένο τους σκηνοθέτη Jean-Luc Godard. Από τότε κι έπειτα οι δρόμοι των αδερφών Καουρισμάκι χώρισαν, αφού επέλεξαν τη λύση της προσωπικής καρριέρας. Ακολούθησαν τελείως διαφορετικές πορείες και είμαι πολύ ευχαριστημένος γι'αυτό. Τουλάχιστον δε χάθηκαν ο ένας μέσα στον άλλο.
Ο Aki επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από το έργο των Godard , Yasujiro Ozu, Jean-Pierre Melville, Robert Bresson και από τα αμερικανικά film noir. Ιδιαίτερα φαίνεται ότι τον επηρέασε, όπως ο ίδιος εξομολογείται, το αριστούργημα του Jean Vigo, "L'Atalante" (1934) καθώς και το "L'âge d'or" (1930) του Buñuel. Έμμεσες επιρροές δέχτηκε τόσο από τον βρετανικό ρεαλισμό της δεκαετίας του 60' όσο κι από τις τσέχικες, πολωνικές και γιουγκοσλαβικές παραγωγές της ίδιας εποχής που περιγράφουν τις ζωές βιοπαλαιστών ή απλών ανθρώπων που κάνουν την δικιά τους επανάσταση με τον δικό τους τρόπο. Από τον Jean Renoir, τον μαιτρ του ποιητικού ρεαλισμού υιοθέτησε την αρχή του ψαρά: ένας σκηνοθέτης μοιάζει πολύ με τον ψαρά. Δεν δημιουργεί ψάρια. Απλώς τα ψαρεύει.
Για μέρος ΙΙ και ΙΙΙ
Για μέρος ΙΙ και ΙΙΙ