16.6.10

Το πάρτυ της ζωής του


Το Σάββατο νωρίς/ και χωρίς πειθαρχία/ επειδή έκανε ζέστη/ υποφερτή/ τα κορίτσια περνάγανε αμέριμνα κάτω απ' τα μπαλκόνια με πετσετέ φορέματα/ και άθλια κατοχικά μπίρκενστοκ/ γουόναμπι λολίτες στα πάντσερ/ κάπου μεταξύ μέθης και πλήξης/ και χωρίς να το περιμένω/ είπε την ιστορία/ πώς δηλαδή απέκτησε την πρώτη του μουσική/ στο απαγορευμένο βασίλειο ήταν ένα παιδικό πάρτυ/ όλο παιδάκια -mods (έτσι γεννήθηκαν)/ όπου του κληρώθηκαν τα καλλυντικά/ χρειάστηκε να τ' ανταλλάξει μ' ένα κορίτσι/ που τελικά αυτοκτόνησε μετά/ ή κάτι τέτοιο αλλά όχι εξαιτίας αυτού/ η φυλετική αλλαξιά/ αναποδογύρισε το σύμπαν/ μάλλον/ και από τότε βρίσκεται κολλημένος σα τσίχλα σε τροχό λούναπαρκ/ ενώ αν κράταγε τα καλλυντικά θα μπορούσε κάλλιστα να φτιάξει ένα σωβινιστικό έργο τέχνης/ σε ανύποπτο χρόνο τον φαντάζομαι να γυρνάει σπίτι με το βινύλιο - τρόπαιο/ δε θα ήξερε τι να το κάνει/ στην αρχή/ αλλά ήθελε να πει σε όλους ότι ήταν ο νικητής του πάρτυ/ και γι' αυτό πιθανώς να το παράτησε στον πάγκο της κουζίνας/ δίπλα στο ράδιο ή σε μια βρεγμένη πετσέτα/ αδέξια βούρκωνα και προσπαθούσα να καλύψω τα κενά/ όπως κάποιος που φοβάται/ και ανυπομονεί/ επειδή δεν έχει ακούσει ποτέ μουσική/ αλλά η απουσία του Αυγουστίνου μεγάλωνε το χάσμα/ και ίσως τελικά η λύση στο πρόβλημα να είναι/ ένα καναρίνι/ ή ένα ζεμπράκι φίντς/ που να αρέσκεται σε απλές τροφές, Sover Group/ Ritchie Valens και την απόκοσμη νιότη του Θάνου Σουγιούλ.