29.6.10
27.6.10
A girl on (a restless) Sunday
The Dudley Moore Trio - Bedazzled
Brian Bennett - Solstice
Μαρία Δημητριάδη - Σ' αναζητώ
Francoise Hardy - La mer
David Bowie - Moonage Daydream
Roxy Music - The bogus man
Klaus Weiss - Different Strokes
Alan Moorhouse - Pop Mandolin
Marsha Hunt - Oh no no no (the beast day)
Harold Alexander - Mama Soul
Flying Lotus - Another Night On The Roof
Ananda Shankar - Streets Of Calcutta
Larry Gus - Loto Mafam
Sir John Betjeman - Late Flowering Lust
Brian Bennett - Solstice
Μαρία Δημητριάδη - Σ' αναζητώ
Francoise Hardy - La mer
David Bowie - Moonage Daydream
Roxy Music - The bogus man
Klaus Weiss - Different Strokes
Alan Moorhouse - Pop Mandolin
Marsha Hunt - Oh no no no (the beast day)
Harold Alexander - Mama Soul
Flying Lotus - Another Night On The Roof
Ananda Shankar - Streets Of Calcutta
Larry Gus - Loto Mafam
Sir John Betjeman - Late Flowering Lust
26.6.10
25.6.10
23.6.10
Όσα δε φτάνει η αλεπού
Το παραμύθι της αλεπούς - Le roman de Renard (1930) είναι ένα stop-motion animation, του πρωτοπόρου, Πολωνού δημιουργού Ladislas Starevich (Владисла́в Старе́вич). Βασίζεται στον αλληγορικό, μυθικό κύκλο του Renard - της ανθρωπόμορφης, ερυθρόχρωμης αλεπούς- ο οποίος συνίσταται από ιστορίες γαλλικές, φλαμανδικές, βρεττανικές και γερμανικές. Υπάρχουν άπειρες φιλολογικές πηγές (τέτοιο μπέρδεμα έχω να δω από τον κύκλο του ακριτικού έπους) στις οποίες μπορεί ν' ανατρέξει κανείς για στοιχεία καθώς και πλούσιο εικονογραφικό υλικό. Εντυπωσιακά είναι τα εικονογραφημένα μεσαιωνικά χειρόγραφα. Πάνω στα λαϊκά παραμύθια βασίστηκε τελικώς και η ιστοριούλα του Goethe, Reineke Fuchs (1794). Η ταινία γυρίστηκε στο Παρίσι μεταξύ 1929 - 1930. Πολλά προβλήματα προέκυψαν κατά τη διαδικασία ενσωμάτωσης του ήχου, με αποτέλεσμα να παραμείνει στο ντουλάπι μέχρι το 1937, οπότε κι έκανε επίσημη πρώτη στο Βερολίνο (με χρηματοδότηση από το ναζιστικό καθεστώς). Η προβολή της ιστορίας της αλεπούς αποτελεί ορόσημο στην ιστορία του animation μιας και πρόκειται για την δεύτερη ταινία που χρησιμοποιεί μαριονέττες σε κίνηση (πρώτη ήταν η σοβιετική The New Gulliver (1935) - Новый Гулливер). H διασωθείσα κόπια του 1941, που διατίθεται σε ψηφιακή μορφή, διαθέτει γαλλική μεταγλώττιση.
Πρόκειται για ένα χαριτωμένο, πάντα επίκαιρο, σκαμπρόζικο κι αρκετά πρωτότυπο συμπίλημα των μύθων του Ρεϋνάρδου κι ένα αληθινό επίτευγμα για τον φυσιολάτρη Στάρεβιτς (φώτο).
Πρόκειται για ένα χαριτωμένο, πάντα επίκαιρο, σκαμπρόζικο κι αρκετά πρωτότυπο συμπίλημα των μύθων του Ρεϋνάρδου κι ένα αληθινό επίτευγμα για τον φυσιολάτρη Στάρεβιτς (φώτο).
22.6.10
21.6.10
Σταλαχτή
[Kαι τ' ανακάτωμα του νερού και τη βοή τ' άκουσαν κι ο καβαλάρης κι ο Στάθης, κ' εγύρισαν να κοιτάξουν τρομασμένοι κ' οι δύο.
"Έπεσε μέσα" είπε ο Aρτέμης γυρίζοντας τ' άλογο και κιτρινίζοντας.
"Έπεσε μέσα" είπε ο δούλος του ανοίγοντας τα μάτια.
"Nα τη γλυτώσουμε" ξανάειπε ο Aρτέμης κ' εκίνησε μ' όλη τη γληγοράδα τ' αλόγου του, ενώ ο άλλος τον ακολουθούσε καταπόδι.
Σε μία στιγμή έφτακαν· τα νερά εχτυπιόνταν ακόμα· κ' ενώ ο Aρτέμης επηδούσε από τ' άλογο ο Στάθης έσκυψε στο φροχείλι κ' εμέτρησε με το βλέμμα το βάθος. - "Kατεβαίνω" είπε.
"Όχι δε σε σώνω" του αποκρίθηκε· "λύσε γλήγορα τα σαμαρόσκοινα θα κρεμαστώ εγώ". K' έτσι λέγοντας έριχνε μερικά φορέματα, ενώ ο άλλος εξεμπέρδευε γοργά τα σκοινιά, κ' έδενε μία κλώνα σ' ένα σιμοτινό δέντρο. Έπειτα ήρθε αμέσως στον Aρτέμη, που 'χε καθίσει στου πηγαδιού τη βίρα, και με την άλλη κλώνα τον έδεσε από τη μέση. Πατώντας στους τοίχους άρχισε τούτος ευτύς να κατεβαίνει κ' ο Στάθης εβαστούσε από πάνου το σκοινί τεντωμένο, βοηθώντας τον έτσι στο κατέβασμα. Tο πηγάδι είταν βαθύ κ' είχε νερό πλήθιο.
"Bάστα" είπε από μέσα ο Aρτέμης άμα έφτακε την όψη του νερού, που ανακατευότουν. K' εκοίταξε. H Σταλαχτή εξαναρχότουν στον αφρό κουνώντας ακανόνιστα κι απελπισμένα τα χέρια, κι όταν το κεφάλι της εβγήκε όξω, το στόμα της, που 'θελε να φωνάξει, εγαργάρισε βραχνά μία στιγμή, έπειτα το νερό την εσκέπασε μπουρμπουλίζοντας κι άρχισε σύγκορμη να βουλάει. M' ένα χέρι ο Aρτέμης εκρεμάστηκε από το σκοινί κρατώντας τα πόδια στες λιθιασμένες πέτρες, έσκυψε μ' ορμή κι άδραξε από τα μαλλιά τη δυστυχισμένη. Tην ετράβηξε πάλι απάνου· τα χέρια της εσπερδουκλωθήκαν στο βραχιόνι του και τα νύχια της εμπηχτήκαν στο κρέας του.
"Tράβα" εφώναξε από μέσα "είναι βαριά· μοναχός δε θα μπορέσω ν' ανέβω".
"Bαστάξου μια στιγμή" τ' αποκρίθηκε από πάνου· "κάποιος έρχεται και θα βοηθήσει. Eπλάκωσε". Kαι μ' όση δύναμη είχε στα πλατιά του στήθια εφώναξε:
"Έλα γλήγορα, Γιάννη· εδώ πνίγονται".
"Πνίγονται;" είπε στατικός ο Γιάννης ο Λάκουρας που 'χε φτάσει τρεχάτος. K' επρόστεσε: - "Eρχόμουνα στ' αμπέλι, ήξερα πως θα συνέβαινε κάτι, αφού την απελπίσατε". K' έπιασε το σκοινί.
"Tράβα" του 'πε ο Στάθης παίρνοντας φόρα "κρέμονται κ' οι δύο· τράβα".
Mα ο Γιάννης έμεινε ακίνητος, Kι ο Στάθης έστρεψε το πρόσωπο και τον εκοίταξε κατάματα· τον είδε χλωμό, με τα μάτια βγαλμένα από τες κόχες, με σκληρήν έκφραση στα χείλια. K' ετρόμαξε.
"Θα τους πνίξω" είπε ο Γιάννης.
"Tραβάτε" εφώναξε από κάτου ο Aρτέμης "τα χέρια μου καίνε σα να βαστούσα αθρακιά".
"Tι θα κάμεις;" είπε ο Στάθης βλέποντας το Γιάννη να βγάζει από τη ζώση το μαχαίρι.
"Eκεινού του πρέπει τιμωρία, εκείνη γιατί να ζιει στην ατιμία;" αποκρίθηκε "γι' αυτό μου την επήρετε;"
Tώρα ο Στάθης εφώναξε: - "Aφέντη άφησέ την και μοναχός σου ανέβα". Kι άφησε το σκοινί. "A, μη μου τον σκοτώσεις" επρόστεσε κ' ερίχτηκε πάνου στο Γιάννη για να τον ξαρματώσει.
"Tραβάτε" εφώναξε πάλι ο Aρτέμης· "δεν την αφήνω".
Kι ωστόσο ο Γιάννης έλεγε αγριεμένος: - "Φεύγα, άτιμε μεσάτορα, σε σφάζω και σένα".
Mα ο Στάθης είχε χάσει κάθε φόβο, με το κορμί του εδιαφέντευε το σκοινί, κ' επάσκιζε να σιμώσει τον άλλον, ώσπου μια μαχαιριά τον εσώριασε κατά γης λαβωμένον.
Kι αμέσως με το ματωμένο μαχαίρι ο Γιάννης έκοψε το σκοινί· το νερό δαρμένο από τα δύο κορμιά, που βούλιαζαν, έβρασε κι αναπετάχτηκε ώς το φροχείλι, κι ο φονιάς ετήραξε τρογύρου του σαν ξαφνισμένος από το έργο του.
Ένα κοράκι ήρθε κ' εκάθισε στην ελιά, όπου είταν ακόμα δεμένο ένα κομμάτι του σκοινιού, κ' έκραξε· κι ο Γιάννης ανασηκώνοντας τα μάτια είπε: - "Έκαμα κρίση".]
"Έπεσε μέσα" είπε ο Aρτέμης γυρίζοντας τ' άλογο και κιτρινίζοντας.
"Έπεσε μέσα" είπε ο δούλος του ανοίγοντας τα μάτια.
"Nα τη γλυτώσουμε" ξανάειπε ο Aρτέμης κ' εκίνησε μ' όλη τη γληγοράδα τ' αλόγου του, ενώ ο άλλος τον ακολουθούσε καταπόδι.
Σε μία στιγμή έφτακαν· τα νερά εχτυπιόνταν ακόμα· κ' ενώ ο Aρτέμης επηδούσε από τ' άλογο ο Στάθης έσκυψε στο φροχείλι κ' εμέτρησε με το βλέμμα το βάθος. - "Kατεβαίνω" είπε.
"Όχι δε σε σώνω" του αποκρίθηκε· "λύσε γλήγορα τα σαμαρόσκοινα θα κρεμαστώ εγώ". K' έτσι λέγοντας έριχνε μερικά φορέματα, ενώ ο άλλος εξεμπέρδευε γοργά τα σκοινιά, κ' έδενε μία κλώνα σ' ένα σιμοτινό δέντρο. Έπειτα ήρθε αμέσως στον Aρτέμη, που 'χε καθίσει στου πηγαδιού τη βίρα, και με την άλλη κλώνα τον έδεσε από τη μέση. Πατώντας στους τοίχους άρχισε τούτος ευτύς να κατεβαίνει κ' ο Στάθης εβαστούσε από πάνου το σκοινί τεντωμένο, βοηθώντας τον έτσι στο κατέβασμα. Tο πηγάδι είταν βαθύ κ' είχε νερό πλήθιο.
"Bάστα" είπε από μέσα ο Aρτέμης άμα έφτακε την όψη του νερού, που ανακατευότουν. K' εκοίταξε. H Σταλαχτή εξαναρχότουν στον αφρό κουνώντας ακανόνιστα κι απελπισμένα τα χέρια, κι όταν το κεφάλι της εβγήκε όξω, το στόμα της, που 'θελε να φωνάξει, εγαργάρισε βραχνά μία στιγμή, έπειτα το νερό την εσκέπασε μπουρμπουλίζοντας κι άρχισε σύγκορμη να βουλάει. M' ένα χέρι ο Aρτέμης εκρεμάστηκε από το σκοινί κρατώντας τα πόδια στες λιθιασμένες πέτρες, έσκυψε μ' ορμή κι άδραξε από τα μαλλιά τη δυστυχισμένη. Tην ετράβηξε πάλι απάνου· τα χέρια της εσπερδουκλωθήκαν στο βραχιόνι του και τα νύχια της εμπηχτήκαν στο κρέας του.
"Tράβα" εφώναξε από μέσα "είναι βαριά· μοναχός δε θα μπορέσω ν' ανέβω".
"Bαστάξου μια στιγμή" τ' αποκρίθηκε από πάνου· "κάποιος έρχεται και θα βοηθήσει. Eπλάκωσε". Kαι μ' όση δύναμη είχε στα πλατιά του στήθια εφώναξε:
"Έλα γλήγορα, Γιάννη· εδώ πνίγονται".
"Πνίγονται;" είπε στατικός ο Γιάννης ο Λάκουρας που 'χε φτάσει τρεχάτος. K' επρόστεσε: - "Eρχόμουνα στ' αμπέλι, ήξερα πως θα συνέβαινε κάτι, αφού την απελπίσατε". K' έπιασε το σκοινί.
"Tράβα" του 'πε ο Στάθης παίρνοντας φόρα "κρέμονται κ' οι δύο· τράβα".
Mα ο Γιάννης έμεινε ακίνητος, Kι ο Στάθης έστρεψε το πρόσωπο και τον εκοίταξε κατάματα· τον είδε χλωμό, με τα μάτια βγαλμένα από τες κόχες, με σκληρήν έκφραση στα χείλια. K' ετρόμαξε.
"Θα τους πνίξω" είπε ο Γιάννης.
"Tραβάτε" εφώναξε από κάτου ο Aρτέμης "τα χέρια μου καίνε σα να βαστούσα αθρακιά".
"Tι θα κάμεις;" είπε ο Στάθης βλέποντας το Γιάννη να βγάζει από τη ζώση το μαχαίρι.
"Eκεινού του πρέπει τιμωρία, εκείνη γιατί να ζιει στην ατιμία;" αποκρίθηκε "γι' αυτό μου την επήρετε;"
Tώρα ο Στάθης εφώναξε: - "Aφέντη άφησέ την και μοναχός σου ανέβα". Kι άφησε το σκοινί. "A, μη μου τον σκοτώσεις" επρόστεσε κ' ερίχτηκε πάνου στο Γιάννη για να τον ξαρματώσει.
"Tραβάτε" εφώναξε πάλι ο Aρτέμης· "δεν την αφήνω".
Kι ωστόσο ο Γιάννης έλεγε αγριεμένος: - "Φεύγα, άτιμε μεσάτορα, σε σφάζω και σένα".
Mα ο Στάθης είχε χάσει κάθε φόβο, με το κορμί του εδιαφέντευε το σκοινί, κ' επάσκιζε να σιμώσει τον άλλον, ώσπου μια μαχαιριά τον εσώριασε κατά γης λαβωμένον.
Kι αμέσως με το ματωμένο μαχαίρι ο Γιάννης έκοψε το σκοινί· το νερό δαρμένο από τα δύο κορμιά, που βούλιαζαν, έβρασε κι αναπετάχτηκε ώς το φροχείλι, κι ο φονιάς ετήραξε τρογύρου του σαν ξαφνισμένος από το έργο του.
Ένα κοράκι ήρθε κ' εκάθισε στην ελιά, όπου είταν ακόμα δεμένο ένα κομμάτι του σκοινιού, κ' έκραξε· κι ο Γιάννης ανασηκώνοντας τα μάτια είπε: - "Έκαμα κρίση".]
*Κωνσταντίνου Θεοτόκη, Η Παντρειά της Σταλαχτής
20.6.10
16.6.10
Το πάρτυ της ζωής του
Το Σάββατο νωρίς/ και χωρίς πειθαρχία/ επειδή έκανε ζέστη/ υποφερτή/ τα κορίτσια περνάγανε αμέριμνα κάτω απ' τα μπαλκόνια με πετσετέ φορέματα/ και άθλια κατοχικά μπίρκενστοκ/ γουόναμπι λολίτες στα πάντσερ/ κάπου μεταξύ μέθης και πλήξης/ και χωρίς να το περιμένω/ είπε την ιστορία/ πώς δηλαδή απέκτησε την πρώτη του μουσική/ στο απαγορευμένο βασίλειο ήταν ένα παιδικό πάρτυ/ όλο παιδάκια -mods (έτσι γεννήθηκαν)/ όπου του κληρώθηκαν τα καλλυντικά/ χρειάστηκε να τ' ανταλλάξει μ' ένα κορίτσι/ που τελικά αυτοκτόνησε μετά/ ή κάτι τέτοιο αλλά όχι εξαιτίας αυτού/ η φυλετική αλλαξιά/ αναποδογύρισε το σύμπαν/ μάλλον/ και από τότε βρίσκεται κολλημένος σα τσίχλα σε τροχό λούναπαρκ/ ενώ αν κράταγε τα καλλυντικά θα μπορούσε κάλλιστα να φτιάξει ένα σωβινιστικό έργο τέχνης/ σε ανύποπτο χρόνο τον φαντάζομαι να γυρνάει σπίτι με το βινύλιο - τρόπαιο/ δε θα ήξερε τι να το κάνει/ στην αρχή/ αλλά ήθελε να πει σε όλους ότι ήταν ο νικητής του πάρτυ/ και γι' αυτό πιθανώς να το παράτησε στον πάγκο της κουζίνας/ δίπλα στο ράδιο ή σε μια βρεγμένη πετσέτα/ αδέξια βούρκωνα και προσπαθούσα να καλύψω τα κενά/ όπως κάποιος που φοβάται/ και ανυπομονεί/ επειδή δεν έχει ακούσει ποτέ μουσική/ αλλά η απουσία του Αυγουστίνου μεγάλωνε το χάσμα/ και ίσως τελικά η λύση στο πρόβλημα να είναι/ ένα καναρίνι/ ή ένα ζεμπράκι φίντς/ που να αρέσκεται σε απλές τροφές, Sover Group/ Ritchie Valens και την απόκοσμη νιότη του Θάνου Σουγιούλ.
15.6.10
13.6.10
A girl (feeling groovy) on Sunday
Nino Rota - Giulietta degli spiriti theme
Bernard Fevre - Molecule Dance
Annette Peacock - The Succubus
The Silhouettes - Fonky First
The Beach Boys - Don't Worry Baby
Simon & Garfunkel - Feeling groovy
The cosmic rays - Daddy's gonna tell you no lie
Julian Casablancas - Little girl
The guess who - These eyes
Michel Fugain - Une belle histoire
Yamasuki - Kono samourai
Klaus Doldinger - Sitar Beat
Gaslamp Killer & Gonjasufi - Kobwebs
Aphrodite's Child - Funky Mary
Nina Simone - Don't Let Me Be Misunderstood
6.6.10
Synch 10
Η Παρασκευή/ συνεχίζοντας την παράδοση της βδομάδας/ μια φλατ γραμμή/ έφτασα στην Τεχνόπολη με μικρή καθυστέρηση/ όπου οι Get Well Soon/ δυστυχώς το σετ τους αναλώθηκε σε επιβεβλημένο chill out/ ένιωθα ότι είχα μόλις βγει απ' τη φορμόλη/ οι Æthenor με βοήθησαν να κάψω/ τις τελευταίες άχρηστες λεπτομέρειες του Μάη/ προτού ξεκινήσω και πάλι να μελετάω την αγωνία της φύσεως/ στους γύρω μου/Athens first city of sin (sic)/ δεν την είδα πουθενά/ έφαγα το αγαπημένο μου σάντουιτς με αγγούρι/ και μια μπύρα σε θερμοκρασία περιβάλλοντος/ στο όρθιο έξω απ' την D7/ περιμένοντας τους Fuck Buttons/ η κούραση θώπευε την πλήξη/ νωθρά κι άσκοπα περιφερόμουν γύρω γύρω/ και δεν μπόρεσα να βρω μέσα σε τόσες ώρες ούτε μια ιστορία/ που να μιλάει μόνη της/ και που να μη χρειάζεται να τη διηγηθώ / πέρα απ' το απρόσμενο vis-à-vis με τον Κωνσταντίνο Τζούμα/ και το υπόλοιπο σάντουιτς που κράταγα στοργικά μη έχοντας που να το χαρίσω/ στο γυρισμό/ με το μισό κορμό γερμένο έξω από το παράθυρο του τρόλλευ/ κοίταξα ψηλά στον ουρανό/ όπου μαινόταν η πάλη χίπστερς Vs αντιχίπστερς γουοτέβα/ ιτ σάκντ/ το Σάββατο η Μαρία φόραγε ένα ροζ μπλουζάκι με κορδέλες στους ώμους/ μου θύμισε ένα δικό μου/ το γαϊτανάκι/ ήθελα να το φοράω κάθε μέρα/ και τραγικά τρύπιο/ αλλά στους Ηot chip ήταν ένας τύπος με χαβανέζικο πουκάμισο και μπάκα/ με υψηλότατο δείκτη ερωτευσιμότητας/ τα αρμόνια/ τα αγόρια /ξανά τα αρμόνια/ τόσο που σχεδόν παραμέρισα την επιθυμία μου να δω τους A Place to Bury Strangers/ με περίεργη διάθεση γύρισα στους τσίπ/ εξάλλου η Χρυσούλα ήταν χαρούμενη με τις μαρακές και όλα/ λόβλυ λόβλυ/ και μετά βγήκε o Garnier/ μεσιέ comme il faut/ που ξεσήκωσε παρά την απεχθή προφορά/ η καύλα του γάλλου/ όση ώρα σκεφτόμουν το εγκληματικό παρελθόν του Dj Krush/ και τους νόμους της yakuza/ κάποιοι προνοούσαν για την τροφή μου/ αργά στο Auditorium/ ευχόμουν να μη σταματήσουν να παίζουν οι My Wet Calvin/ ή να δυναμώσουν τα φώτα/ γιατί θα αποκαλύπτονταν τα σουσάμια που' χα ρίξει άθελά μου στη μοκέτα/ και για τα οποία οι τύψεις με κυνηγάνε ακόμα/ ./ κάπως έτσι.
5.6.10
4.6.10
2.6.10
Zeitgeist hunter: William Klein
Ο πολυμήχανος William Klein δεν είναι σε καμμιά περίπτωση ένας απλός αντικονφορμιστής. Το διαφορετικό, το ξεχασμένο και το περιθωριακό που υπάρχει μέσα σε κάθε τι συνηθισμένο υπήρξε πάντοτε η μόνη αληθινή του επιδίωξη. Το πάθος που δημιουργεί η ανάγκη. Με νεύρο και χιούμορ αποκάλυπτε συχνά ό,τι οι άλλοι επέλεγαν να αγνοούν. Ένας εραστής με στύλ και ταυτόχρονα ο πιο στυγνός επικριτής της ποπ κουλτούρας. [1 + 2].
Το 1946, βρίσκει τον δεκαοκτάχρονο νεοϋορκέζο στο Βερολίνο να υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία. Μια μετάθεση στη Γαλλία, δυο χρόνια αργότερα, θα τον φέρει κοντά στον έρωτα της ζωής του και μελλοντική συνεργάτιδα, Jeanne Florin. Την ίδια χρονιά (1948) μπαίνει στη Σορβόννη, όπου γνωρίζει τον Léger και τον Lhote, οι οποίοι ασκούν ουσιαστική επίδραση στη διαμόρφωση του προσωπικού του ύφους.
Πολύ σύντομα ξεκινάει να φωτογραφίζει για την Vogue (New York) ενώ ταυτόχρονα αναζητεί στους δρόμους την ουσία της φωτογραφικής τέχνης. Το πρώτο του βιβλίο New York (Life Is Good & Good for You in New York: Trance Witness Revels) αποτελεί ένα από τα βασικότερα εγχειρίδια Street Photography. Η θεματογραφία και η τεχνική του προκάλεσαν αρνητικές κριτικές, όπως άλλωστε συμβαίνει σε κάθε μεγαλοφυή περίπτωση.
Το 1958 και μετά από παρότρυνση φίλων του, των Chris Marker και Alain Resnais, αποφασίζει να γυρίσει το πρώτο του short Broadway by Light [1 + 2], το οποίο θεωρείται από πολλούς ως η πρώτη Pop ταινία. Πρόκειται για ένα μωσαϊκό φωτεινών νέον επιγραφών, αφηρημένων λέξεων και εικόνων.
Το 1960 συνεργάζεται με τον Louis Malle στο Zazie dans le métro, όπου αφήνει το σημάδι του (γιατί άραγε είναι η αγαπημένη μου από Malle).
Η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, Qui êtes-vous, Polly Maggoo? (1966), αποτελεί ένα ιδιοφυές σκώμμα για την υπερβολή, την ψευδο-ηδυπάθεια και την επιδερμικότητα του κόσμου της μόδας και των fashion media. Με μοναδική επιδεξιότητα καταφέρνει να ελιχθεί και να συνδυάσει διαφορετικά και απομακρυσμένα είδη: μυθοπλασία, mockumentary, animation, μιούζικαλ και κάτι ακόμη από cinéma verité.
Το 1968 δημιουργεί το Mr. Freedom. Πρόκειται για την ιστορία ενός υπερήρωα, ο οποίος ενσαρκώνει την Αμερική-προστάτιδα του κόσμου. Η ταινία αποτελεί μια καλοστημένη φάρσα η οποία ασκεί ανηλεή κριτική τόσο στο καπιταλιστικό σύστημα όσο και σε βασικές αρχές του μαοϊσμού και του σταλινισμού. Πρόκειται για ένα γνήσιο πρόγονο των superhero films [vid].
Καθ' όλη τη δεκαετία του 60'- 70' ο Klein συνέχισε να αποκαλύπτει τις ρωγμές στο οικοδόμημα του αμερικανικού ονείρου, συγκεντρώνοντας την προσοχή του στις προσπάθειες παγκόσμιας αφύπνισης: Grand soirs et petits matins (1968-1978), Festival Panafricain d’Alger (1969), Eldridge Cleaver, Black Panther (1970). Στην τελευταία αφηγείται την ιστορία του καταζητούμενου στις Η.Π.Α. Eldridge Cleaver, ο οποίος αυτοεξορίζεται στην Αλγερία.
Το 1974 ολοκληρώνει το επικό Muhammad Ali the Greatest (1964-74). Πρωταρχικός του σκοπός του ήταν να καταδείξει την πόλωση καλού - κακού στις Η.Π.Α. που εκδηλώνεται κατά τρόπο σχεδόν σατανικό στο πρόσωπο ενός πυγμάχου. Το ντοκυμαντέρ περιλαμβάνει επίσης μια πολύτιμη συνέντευξη του Malcolm X, δέκα μόλις μέρες πριν από τη δολοφονία του.
Πάντα μπροστά από την εποχή του, ολοκληρώνει το 1976 το Le Couple Témoin. Πρόκειται για ένα έργο μινιμαλιστικό, επηρεασμένο άμεσα από την αισθητική του Mondrian. Παρακολουθούμε την ιστορία ενός μοντέλου ζευγαριού, το οποίο εγκλείεται και παρακολουθείται σε πρόγραμμα τύπου “Big Brother” χρηματοδοτούμενο από την κυβέρνηση. Μέσα στην αποστειρωμένη καψουλα της ευτυχίας, ο Klein αναπτύσσει με μαεστρία τις θεωρίες μαζικού ελέγχου.
Άλλες προσεγμένες δουλειές μεταξύ άλλων είναι τα The Little Richard Story (1980), The French (1981), In & Out of Fashion (1998), Messiah (1999) [vid].
Πολύ σύντομα ξεκινάει να φωτογραφίζει για την Vogue (New York) ενώ ταυτόχρονα αναζητεί στους δρόμους την ουσία της φωτογραφικής τέχνης. Το πρώτο του βιβλίο New York (Life Is Good & Good for You in New York: Trance Witness Revels) αποτελεί ένα από τα βασικότερα εγχειρίδια Street Photography. Η θεματογραφία και η τεχνική του προκάλεσαν αρνητικές κριτικές, όπως άλλωστε συμβαίνει σε κάθε μεγαλοφυή περίπτωση.
Το 1958 και μετά από παρότρυνση φίλων του, των Chris Marker και Alain Resnais, αποφασίζει να γυρίσει το πρώτο του short Broadway by Light [1 + 2], το οποίο θεωρείται από πολλούς ως η πρώτη Pop ταινία. Πρόκειται για ένα μωσαϊκό φωτεινών νέον επιγραφών, αφηρημένων λέξεων και εικόνων.
Το 1960 συνεργάζεται με τον Louis Malle στο Zazie dans le métro, όπου αφήνει το σημάδι του (γιατί άραγε είναι η αγαπημένη μου από Malle).
Η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, Qui êtes-vous, Polly Maggoo? (1966), αποτελεί ένα ιδιοφυές σκώμμα για την υπερβολή, την ψευδο-ηδυπάθεια και την επιδερμικότητα του κόσμου της μόδας και των fashion media. Με μοναδική επιδεξιότητα καταφέρνει να ελιχθεί και να συνδυάσει διαφορετικά και απομακρυσμένα είδη: μυθοπλασία, mockumentary, animation, μιούζικαλ και κάτι ακόμη από cinéma verité.
Το 1968 δημιουργεί το Mr. Freedom. Πρόκειται για την ιστορία ενός υπερήρωα, ο οποίος ενσαρκώνει την Αμερική-προστάτιδα του κόσμου. Η ταινία αποτελεί μια καλοστημένη φάρσα η οποία ασκεί ανηλεή κριτική τόσο στο καπιταλιστικό σύστημα όσο και σε βασικές αρχές του μαοϊσμού και του σταλινισμού. Πρόκειται για ένα γνήσιο πρόγονο των superhero films [vid].
Καθ' όλη τη δεκαετία του 60'- 70' ο Klein συνέχισε να αποκαλύπτει τις ρωγμές στο οικοδόμημα του αμερικανικού ονείρου, συγκεντρώνοντας την προσοχή του στις προσπάθειες παγκόσμιας αφύπνισης: Grand soirs et petits matins (1968-1978), Festival Panafricain d’Alger (1969), Eldridge Cleaver, Black Panther (1970). Στην τελευταία αφηγείται την ιστορία του καταζητούμενου στις Η.Π.Α. Eldridge Cleaver, ο οποίος αυτοεξορίζεται στην Αλγερία.
Το 1974 ολοκληρώνει το επικό Muhammad Ali the Greatest (1964-74). Πρωταρχικός του σκοπός του ήταν να καταδείξει την πόλωση καλού - κακού στις Η.Π.Α. που εκδηλώνεται κατά τρόπο σχεδόν σατανικό στο πρόσωπο ενός πυγμάχου. Το ντοκυμαντέρ περιλαμβάνει επίσης μια πολύτιμη συνέντευξη του Malcolm X, δέκα μόλις μέρες πριν από τη δολοφονία του.
Πάντα μπροστά από την εποχή του, ολοκληρώνει το 1976 το Le Couple Témoin. Πρόκειται για ένα έργο μινιμαλιστικό, επηρεασμένο άμεσα από την αισθητική του Mondrian. Παρακολουθούμε την ιστορία ενός μοντέλου ζευγαριού, το οποίο εγκλείεται και παρακολουθείται σε πρόγραμμα τύπου “Big Brother” χρηματοδοτούμενο από την κυβέρνηση. Μέσα στην αποστειρωμένη καψουλα της ευτυχίας, ο Klein αναπτύσσει με μαεστρία τις θεωρίες μαζικού ελέγχου.
Άλλες προσεγμένες δουλειές μεταξύ άλλων είναι τα The Little Richard Story (1980), The French (1981), In & Out of Fashion (1998), Messiah (1999) [vid].
Κατά μια άποψη -η οποία με βρίσκει σύμφωνο- ο Klein είναι ένας από τους μοναδικούς καλλιτέχνες που προσέγγισαν και σχεδόν πέτυχαν τον αντικειμενικό στόχο του ντανταϊσμού: Εκεί όπου η τέχνη δε βρίσκει το τέλμα στον εαυτό της, γεννιέται η γνήσια αντίληψη και κριτική για μια επαναλαμβανόμενα σύγχρονη εποχή.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)